Fishing

Σταφνοκάρι

Πρόκειται για παραδοσιακό  αλιευτικό  εργαλείο, που συναντάται στη περιοχή των λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου και Αιτωλικού. Είναι τεχνική που τέθηκε σε εφαρμογή από τις αρχές του 20ου αιώνα. Χρησιμοποιείται στο ψάρεμα του κέφαλου, του λαβρακιού, των χελιών, της αθερίνας. Η κατασκευή βρίσκεται πάνω στο πριάρι. Στο μπροστινό μέρος του τοποθετείται ένα ισχυρό ξύλινο δοκάρι, στην άκρη του οποίου έχει τοποθετηθεί μια ξύλινη διχάλα. Στη διχάλα αιωρείται ένα ξύλινο επίσης δοκάρι, που στην άκρη του στερεώνεται μια κατασκευή που φέρει το δίχτυ. Η προς την βάρκα άκρη του δοκαριού είναι δεμένη με σχοινί, το οποίο χειρίζεται ο ψαράς.

Η κατασκευή μοιάζει με μια μεγάλη απόχη. Το δίχτυ είναι παραλληλόγραμμο, επιφάνειας 20-50 τετραγωνικών μέτρων και έχει άνοιγμα σχήματος ματιού, 5 έως 30 χιλιοστά, ανάλογα με το είδος του ψαριού που θέλει να πιάσει ο ψαράς. Το δίχτυ κρέμεται από δυο τοξοειδείς βραχίονες, που είναι ενωμένοι στο κέντρο τους. Οι βραχίονες είναι φτιαγμένοι από ελαφρύ και ανθεκτικό ξύλο, ώστε να μπορεί να αντέξει στο βάρος του βρεγμένου διχτυού και των ψαριών.

Το ψάρεμα με το σταφνοκάρι αρχίζει με τη βύθιση του διχτυού. Ο ψαράς το αφήνει για κάποιο χρονικό διάστημα μέσα στο νερό, ρίχνοντας συχνά μικρά δολώματα στην επιφάνεια του νερού ή και “μαλάγρα” (υπολείμματα ψαριών ή ψάρια σε κατάσταση σήψης αναμεμιγμένα με άμμο ή πίτουρα, συχνά μέσα σε πάνινη σακούλα). Όταν ο ψαράς διαπιστώσει ότι έχουν συγκεντρωθεί αρκετά ψάρια πάνω από το δίχτυ, τραβώντας με το σχοινί τη μια άκρη του βραχίονα που έχει μορφή μοχλού, σηκώνει το δίχτυ, στην αρχή αργά και στη συνέχεια πιο γρήγορα, και παγιδεύει τα ψάρια που έχουν μαζευτεί στο κέντρο του.

Χρησιμοποιείται όταν επικρατούν ισχυροί άνεμοι και σε περιοχές που το νερό είναι θολό, βάθους 1-2 μέτρων, ή σε περιοχές που υπάρχουν στενά περάσματα.


Πηγή: Κωνσταντίνα Μπάδα, 2004 “Ο κόσμος της εργασίας: Οι ψαράδες της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου 18ος-20ος αιώνας”,  Εκδ: Πλέθρον, σελ. 97